Γράφει η Lisa Marchiano
Επιμέλεια – Μετάφραση: Ρεβέκκα Τσοχαντάρη, MSc Ψυχολογία
Έμαθα αρκετά νωρίς, από τα χρόνια που η κόρη μου ήταν νήπιο, ότι οι ‘ξύπνιες’ μαμάδες δεν δείχνουν υπερβολική αναστάτωση όταν το μωρό τους σκοντάφτει. Στις παιδικές χαρές, έμαθα από άλλες μητέρες την πιο σωστή αντίδραση: Το νήπιο πέφτει, κοιτάει τη μαμά με αγωνία και φόβο, η μαμά το κοιτάει από απόσταση με ενθαρρυντικό τρόπο και το παιδί επιστρέφει στο παιχνίδι του. Έτσι και εγώ, έμαθα να φωνάζω στην κόρη μου με τη πιο μελωδική φωνή μου «Είσαι μια χαρά!», ενώ η ψυχή μου είχε πάει στην Κούλουρη.
Τελικά κάτι ήξεραν οι μαμάδες στην παιδική χαρά. Τα μικρά παιδιά εξετάζουν τη συναισθηματική αντίδραση των άλλων για να δουν πώς πρέπει να προχωρήσουν. Αυτό στα αγγλικά λέγεται social referencing (κοινωνική αναφορά). Αυτή η διαδικασία είναι ζωτικής σημασίας για τα μικρά παιδιά, γιατί με αυτό τον τρόπο καταλαβαίνουν πότε πρέπει να φοβηθούν και πότε μπορούν να συνεχίσουν αυτό που κάνουν με αυτοπεποίθηση. Το νήπιο που αντιλαμβάνεται δυσφορία ή ανησυχία στα μάτια της μητέρας είναι πιο πιθανό να αρχίσει να κλαίει σε σχέση με αυτό που αντιμετωπίζεται με μια στάση ότι όλα βαίνουν καλώς.
Αυτό δεν συμβαίνει μόνο στη νηπιακή ηλικία. Μεγαλώνοντας, τα παιδιά μας συνεχίζουν να αποκρυπτογραφούν τις αντιδράσεις μας, ως προς το τι πρέπει να κάνουν. Συνεχίζουμε να τους στέλνουμε μηνύματα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο για το πόσο ανθεκτικά πιστεύουμε ότι είναι – και τα παιδιά δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς από το να ανταποκριθούν στα πιστεύω μας. Ως θεραπεύτρια εργάζομαι με πολλές μητέρες και βλέπω ότι υπάρχει μια δυσκολία στους μεγάλους να διαχειριστούν δύσκολα συναισθήματα των εφήβων. Ενίοτε αυτό, χωρίς να το θέλουν, επικοινωνεί στα παιδιά μια προσδοκία συναισθηματικής αδυναμίας, που ως αποτέλεσμα επηρεάζει το τι ο έφηβος προσδοκά και από τον εαυτό του.
Έχω ένα σοφό συνάδελφο που λέει ότι ένα έντονο συναίσθημα δεν είναι μια επείγουσα ανάγκη. Οι έφηβοι έχουν έντονα συναισθήματα συχνά. Το πως αντιδρούμε ως ενήλικοι σε αυτά τα ‘μεγάλα’ συναισθήματα υπονομεύει ή ενθαρρύνει τους νέους και τους προετοιμάζει να αντιδρούν στις αντιξοότητες με ανθεκτικότητα ή με ευθραυστότητα. Αν αναγνωρίσουμε την ανησυχία τους, και σηματοδοτήσουμε ότι είμαστε σίγουροι ότι μπορούν να το διαχειριστούν, θα τους βοηθήσουμε να μάθουν κατάλληλους τρόπους αντιμετώπισης των έντονων συναισθημάτων τους.
Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί υπάρχουν αποδείξεις ότι μη ενδεδειγμένες στρατηγικές συναισθηματικής διαχείρισης μπορεί να οδηγήσουν σε διαταραχές ψυχικής υγείας. Έρευνες έχουν δείξει την σχέση μεταξύ μιας κακής διαχείρισης συναισθημάτων, όπως η αναμόχλευση, η κατάπνιξη και η αποστροφή δύσκολων συναισθημάτων, και ένα ευρύ φάσμα ψυχικών διαταραχών όπως την κατάθλιψη, τις διατροφικές διαταραχές, την κατάχρηση ουσιών, του άγχους και της οριακής διαταραχής προσωπικότητας. Όπως η παιδική ηλικία, έτσι και η εφηβεία είναι μια σημαντική περίοδος που οι γονείς και άλλοι ενήλικες βοηθούν τα παιδιά να μάθουν να διαχειρίζονται τα συναισθήματα τους. Αυτό το κάνουμε με το να έχουμε οι ίδιοι, αλλά και να ενθαρρύνουμε, κατάλληλους τρόπους αντιμετώπισης έντονων συναισθημάτων – όπως την αποδοχή, την επανεξέταση και την επίλυση προβλημάτων.
Όταν αποδεχόμαστε δύσκολα συναισθήματα, αυτό μας επιτρέπει να τα εξετάσουμε ανοιχτά με μια δημιουργική περιέργεια. Μόνο όταν αποδεχτούμε ένα συναίσθημα, μπορούμε να το συζητήσουμε και να το ‘δουλέψουμε’. Τότε μόνο μπορούμε να ξεκινήσουμε την επανεξέταση – μια διαδικασία που μας βοηθά να αποκτήσουμε μια άλλη άποψη για τις δυσκολίες, αλλά και τα συναισθήματα που απορρέουν από αυτές. Με τη σειρά τους η αποδοχή και η επανεξέταση, μας βοηθούν στην επίλυση προβλημάτων, όπου αναζητούμε εποικοδομητικούς τρόπους να διαχειριστούμε τη δυσκολία που προκάλεσε τα αρνητικά συναισθήματα.
Δεν μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να μάθουν πως να διαχειρίζονται δύσκολα συναισθήματα αν δεν τα αφήσουμε καταρχήν να τα έχουν.
Καλοπροαίρετες προσπάθειες να βοηθήσουμε τα παιδιά να αποφύγουν αρνητικά συναισθήματα είναι πιθανό να έχουν ως αποτέλεσμα τα παιδιά να μην μάθουν σημαντικές δεξιότητες για μια εύστοχη συναισθηματική διαχείριση. Αν προσπερνάμε τη φάση της αναγνώρισης και της εξέτασης του συναισθήματος και πάμε κατευθείαν στη προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος, σηματοδοτεί στο παιδί ότι ο πανικός και η αγωνία του είναι δικαιολογημένοι και οποιαδήποτε μελλοντική συναισθηματική δυσφορία πρέπει να αποφεύγεται με κάθε κόστος.
Η Michelle, μια θεραπευόμενη μου, έχει μια δεκατριάχρονη κόρη. Η Michelle μεγάλωσε σε μια οικογένεια που αντιμετώπιζε προβλήματα αλκοολισμού, και που το χάος και η καταστροφική οργή ήταν φυσικό φαινόμενο, ένα περιβάλλον στο οποίο οι ανάγκες της παραμελήθηκαν. Ως προσεκτικός και τρυφερός γονέας, η Michelle ήθελε πάντα η ανατροφή της Tessa να είναι διαφορετική. Αν και αυτός είναι ένας αξιέπαινος στόχος, κατά καιρούς είχε δυσκολία στο να ανεχτεί κάποια δυσφορία ή έντονα αρνητικά συναισθήματα της κόρη της. Πρόσφατα η Tessa εξοργίστηκε όταν η μητέρα της, της ζήτησε να συγυρίσει το υπνοδωμάτιο της πριν βγει με τους φίλους της. Η Michelle πανικοβλήθηκε από την ένταση της αντίδρασης της έφηβης κόρης της.
Όταν συζητήσαμε το συμβάν με την Michelle, ήταν ξεκάθαρο ότι φοβήθηκε την έντονη αντίδραση της κόρης της και έψαχνε να βρει τρόπους να αποφύγει τέτοια ξεσπάσματα στο μέλλον. Όταν τη ρώτησα τι φοβόταν, μου ομολόγησε ότι ανησυχούσε ότι η Tessa μπορεί να βλάψει τον εαυτό της, αν και παραδέχτηκε ότι αυτό μάλλον ήταν λίγο απίθανο. Μέσα από τη συζήτηση που είχαμε, κατάλαβε ότι ο φόβος της για την οργή της κόρης της, λόγω της δικιάς της χαοτικής οικογενειακής κατάστασης, στεκόταν εμπόδιο στο να μπορέσει να ανεχτεί τα έντονα συναισθήματα της κόρης της. Όταν κατάφερε να διαχειριστεί με ηρεμία την οργή της κόρης της, χωρίς να αντιδράσει η ίδια με υπερβολή, τότε μπόρεσε να βοηθήσει και την Tessa να μην κυριεύεται από τα συναισθήματά της. Τότε μόνο, μπόρεσαν να ξεκινήσουν μια επανεξέταση της κατάστασης και επίλυση του προβλήματος.
Όταν βλέπουμε τους εφήβους μας να ‘σκοντάφτουν και να πέφτουν’ θα πρέπει να θυμόμαστε τα μαθήματα που έχουμε πάρει από τη παιδική τους ηλικία. Αν καταφέρουμε να τους σηματοδοτήσουμε ότι τα έντονα συναισθήματά τους δεν είναι κάτι το ανησυχητικό, τότε τους επικοινωνούμε ότι είναι διαχειρίσιμα. Τους ενθαρρύνουμε να δουν τον εαυτό τους ως ικανούς και ανθεκτικούς σε δύσκολες καταστάσεις, και ως αποτέλεσμα, καλλιεργούμε ένα είδος θάρρους στο παιδί μας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Είμαστε νέοι, δεν χρειαζόμαστε ψυχοθεραπεία!
Πηγή: areomagazine.com