Από τον Γιώργο Πιντέρη, ψυχολόγο, διδάκτορα Συμβουλευτικής Ψυχολογίας www.pinteris.gr
Σίγουρα, οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμάμε να είμαστε συμπαθείς παρά αντιπαθείς. Όταν οι άλλοι μας αποδέχονται χαιρόμαστε. Όταν δεν μας αποδέχονται, δηλαδή μας απορρίπτουν, στεναχωριόμαστε, θυμώνουμε και συνήθως, απομακρυνόμαστε.
Τι είναι όμως η απόρριψη; Έχω την εντύπωση πως είναι κι αυτή σαν το «άγχος». Μια λέξη με πολλά νοήματα. Μια πρώτη μορφή απόρριψης που μου έρχεται στο νου είναι η άρνηση σε κάτι που ζητάς. Ζητάς από την αδελφή σου δανεικά, κι ενώ έχει δεν σου δίνει.
Μια άλλη μορφή απόρριψης είναι η περίφημη «χυλόπιτα». Εκμυστηρεύεσαι τον έρωτά σου στο αγαπημένο σου πρόσωπο και, στην καλύτερη περίπτωση, εισπράττεις ένα «δυστυχώς τα συναισθήματά μου δεν είναι αμοιβαία».
Κάποιους τους πιάνει άγχος όταν βρεθούν με πρόσωπα εξουσίας. Όταν βρεθούν με άτομα που κατέχουν τίτλους (όπως πρόεδρος, βουλευτής, κ.λπ.) ή φοράνε στολή (π.χ. αστυνομικούς) τους πιάνει άγχος. Δεν είναι τόσο άγχος απόρριψης, όσο άγχος αποδοχής. Δεν φοβάται τόσο την απόρριψη, όσο αν θα κάνει καλή εντύπωση στον …κύριο πρόεδρο. Δεν αποκλείεται όμως, κάποια πρόσωπα εξουσίας να του προκαλούν άγχος που μοιάζει πιο πολύ με φόβο. Υπάρχουν άνθρωποι που όταν βρεθούν μπροστά σε αστυνομικούς λειτουργούν τόσο αγχωμένα, που η συμπεριφορά τους προκαλεί υποψίες.
Πριν κλείσω, θέλω να επανέλθουμε στο θέμα της άρνησης που ανέφερα πιο πάνω. Πολλοί άνθρωποι προκειμένου να πουν ένα «όχι» σε κάτι που τους ζητάς, νιώθουν άβολα ή ακόμα και …ένοχοι. Συνεπώς, λένε το «όχι» μ’ ένα σφιγμένο ύφος που, αυτό το ύφος είναι που κάνει τον άλλον να εισπράττει την άρνησή σου σαν απόρριψη. Μ’ ένα άλλο ύφος, η άρνηση δεν είναι απαραίτητο να γίνει αντιληπτή σαν απόρριψη. Ας δούμε ένα παράδειγμα:
Πλησιάζουν Χριστούγεννα και σου χτυπάνε το κουδούνι τρεις κυρίες που έρχονται για τον ετήσιο έρανο της ενορίας. Είναι γειτόνισσες και τις γνωρίζεις εξ όψεως. Θα ήθελες να δώσεις κάτι για τον έρανο αλλά, αυτή τη στιγμή, έχεις πιο σημαντικές οικονομικές προτεραιότητες και μετράς και τη δεκάρα. Φυσικά νιώθεις άβολα που θ’ αρνηθείς, κι αυτό επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο θα μιλήσεις. Λες λοιπόν, «πολύ ευγενικό εκ μέρους σας, αλλά έχω άλλες προτεραιότητες». Οι κυρίες φεύγουν και όπως απομακρύνονται ακούς μία να λέει «τον τσιγγούνη».
Πάμε τώρα σε μια άλλη παραλλαγή: Τις υποδέχεσαι εγκάρδια και με χαμόγελο και τους λες: «Μπράβο κυρίες μου. Είναι πολύ αξιέπαινο το έργο σας. Μακάρι να μου επέτρεπαν τα οικονομικά μου να συνεισφέρω. Περιμένετε όμως να σας κεράσω από ένα σοκολατάκι». Δεν μπορώ να γνωρίζω πώς θ’ αντιδράσουν οι συγκεκριμένες κυρίες, αλλά σίγουρα οι πιθανότητες να σε πουν «τσιγγούνη» μειώνονται.
Ο Πέτρος και ο Θωμάς είναι τρία χρόνια συνάδελφοι σε μια μεγάλη εταιρεία πληροφορικής. Ο Θωμάς εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι ο προϊστάμενος του τμήματος αυτή τη μέρα απουσιάζει και ζητάει από τον Πέτρο, που τον αντικαθιστά, να του υπογράψει μια άδεια που ο Πέτρος γνωρίζει ότι ο προϊστάμενος μάλλον δεν θα υπέγραφε.
Περίπτωση πρώτη: Ο Πέτρος σοβαρεύει και λέει στο Θωμά «λυπάμαι, αλλά αυτό δεν γίνεται» για να εισπράξει από τον Θωμά ένα «δεν είσαι φίλος». Περίπτωση δεύτερη: Μόλις ακούει το αίτημα του Θωμά, ο Πέτρος βάζει τα γέλια, ακουμπά το Θωμά φιλικά στον ώμο και γελώντας του λέει «ρε μπαγάσα, ξέρεις αν το κάνω αυτό τι θα πάθω»;
Άγχος απόρριψης έχουν και οι ντροπαλοί ή συνεσταλμένοι. Όταν το καλοσκεφτείς, τι θα πει «ντρέπομαι»; Η λέξη έχει δύο έννοιες: Η πρώτη είναι «αισχύνομαι», δηλαδή έχω τύψεις και ενοχές διότι έκανα κάτι που θεωρώ «κακό». Αυτή είναι μια ευκαιρία να εκφράσω κάτι που βαραίνει τη συνείδησή μου καιρό τώρα.
Ζούσα στον πάνω όροφο ενός δυόροφου. Ήταν μεσημέρι και είχα βγει στο μπαλκόνι. Μπροστά από το σπίτι υπήρχε στο δρόμο ένας από τους γνωστούς πράσινους κάδους σκουπιδιών. Ήταν η εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Το μόνο που είχε αυξηθεί ήταν οι φόροι και… οι αυτοκτονίες. Βλέπω έναν καλοντυμένο μεσήλικα κύριο να κοιτάζει μέσα στον κάδο των σκουπιδιών. Απ’ όσο γνωρίζω τον εαυτό μου, η αντίδραση που θα περίμενα από μένα, θα ήταν να προσκαλέσω τον κύριο επάνω και όχι μόνο να του δώσω φαΐ, αλλά να τον προμηθεύσω και με ό,τι άλλο έχει ανάγκη. Κι όμως: Αντ’ αυτού του φώναξα αγενέστατα: «Τι κάνεις εκεί, ρε»; Λες και τα σκουπίδια ήταν δικά μου. Με κοίταξε, χαμογέλασε αμήχανα μου είπε «με συγχωρείτε κύριε» και αποχώρησε. Δεν ξέρω γιατί φέρθηκα έτσι. Συνειδητοποίησα το λάθος μου όταν ξάπλωσα για μεσημέρι. Κοίταξα το σκουπιδοτενεκέ από το παράθυρο του υπνοδωματίου μου. Σα να περίμενα να… επανορθώσω. Ομολογώ ότι ντρέπομαι που μίλησα έτσι σ’ αυτόν το άνθρωπο κι αυτό το βάρος, θα το κουβαλάω στη ψυχή μου όσο ζω.
Η δεύτερη έννοια που έχει η λέξη «ντρέπομαι» κι έχει σχέση με το άγχος απόρριψης είναι «ανησυχώ μη με απορρίψουν». Για παράδειγμα, η κοπέλα που ντρέπεται για το σώμα της, στην πραγματικότητα ανησυχεί μη την απορρίψουν για το σώμα της. Ο εφιάλτης των ντροπαλών ανθρώπων αυτού του είδους, είναι η αρνητική κριτική. Στο σημείο αυτό θυμάμαι έναν διάλογο ανάμεσα στον τότε διάσημο ψυχολόγο Albert Ellis (μ’ έναν απίστευτο Δείκτη Νοημοσύνης) και μια κοπέλα που ήταν στέλεχος σε μια μεγάλη εταιρεία που εντυπώθηκε μέσα μου. Τον αναπαράγω όπως τον θυμάμαι. Ξεκινά η κοπέλα.
- Η αλήθεια είναι πως φοβάμαι.
- Τι φοβάσαι;
- Ίσως αυτά που θ’ ανακαλύψεις για μένα.
- Δεν φοβάσαι εμένα. Φοβάσαι την ίδια σου την αυτοκριτική. Στην ουσία, είσαι ό,τι πιστεύεις. Αν πίστευες ότι είσαι καγκουρό, θα χοροπήδαγες τριγύρω και θα ένιωθες και σαν καγκουρό.
Τι εννοεί ο Albert Ellis όταν της λέει «φοβάσαι την ίδια σου την αυτοκριτική»; Η κριτική του άλλου, μας επηρεάζει ανάλογα με το πόσο συμπίπτει με την γνώμη που έχουμε εμείς για τον εαυτό μας. Για παράδειγμα, αν αποκαλέσεις μια κοπέλα που έχει κανονικό σώμα «χοντρή» ή θα σε κοιτάξει περίεργα ή θα βάλει τα γέλια. Αν είναι όμως κάποια («κομπλεξική») που νιώθει ότι ποτέ δεν θα είναι όσο αδύνατη θέλει, η αρνητική σου κριτική, θα την πάρει και θα τη σηκώσει…
Πράγματι, ένας παράγοντας που καθορίζει τις αντιδράσεις μας στην αρνητική κριτική και την απόρριψη είναι η αυτοθεώρησή μας, δηλαδή η γνώμη που έχουμε για μας. Στο σημείο αυτό, πιστεύω πως όλοι έχουμε τις …γκρίζες ζώνες μας. Είναι στοιχεία του «χαρακτήρα» μας για τα οποία έχουμε ξεκάθαρη γνώμη. Για παράδειγμα, πιστεύω ότι είμαι «καλός» στη δουλειά μου. Πιστεύω επίσης πως είμαι για κλάματα στην οικονομική διαχείριση. Αυτά είναι στοιχεία μου για τα οποία είμαι σίγουρος. Συνεπώς, μια κριτική σχετική με αυτά (αρνητική ή ακόμα και θετική) ελάχιστο αντίχτυπο θα έχει πάνω μου. Υπάρχουν όμως κομμάτια της συμπεριφοράς μου για τα οποία δεν έχω ξεκάθαρη γνώμη. Εκεί είναι που η αρνητική κριτική βρίσκει πρόσφορο έδαφος.