Χρόνος ανάγνωσης 5 ΄

Από την Ειρήνη Παπαγιάννη, Ψυχολόγο Μsc – Παιδαγωγό Μed,  Ειδικευμένη στην Παιδοψυχολογία, Πιστοποιημένο Στέλεχος Επαγγελματικής Συμβουλευτικής *

Βιοϊατρικό  Μοντέλο

Tον 18ο & τον 19ο αιώνα, κυριαρχούσε μέχρι και σήμερα, το Βιοϊατρικό Μοντέλο. Στο μοντέλο  αυτό, «οι ασθένειες είναι διαταραχές των οργανικών διεργασιών, που με τη σειρά τους είναι αποτέλεσμα τραυματισμού, βακτηριακής ή ιογενούς λοίμωξης κ.λπ». Το Βιοϊατρικό μοντέλο υποστήριζε την σχέση αίτιου – αιτιατού, με αποτέλεσμα το σύμπτωμα, η πάθηση, η ασθένεια να  είναι συγκεκριμένης αιτιολογίας (Παπαδάτου & Αναγνωστόπουλος , 1995). Σοβαρό μειονέκτημα του  Βιοϊατρικού Μοντέλου είναι ότι, δεν λαμβάνει υπόψη την καθοριστική επιρροή ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων και διεργασιών. Η έλλειψη ερμηνείας του Βιοϊατρικού μοντέλου στην πρόληψη και αντιμετώπιση χρόνιων παθήσεων, η αδυναμία του να ερμηνεύσει καταστάσεις σαν τις ψυχοσωματικές ασθένειες και τις προσωπικές διαφορές μεταξύ ατόμων που ασθενούν ως προς την αντιμετώπιση της ασθένειά τους  (Παπαδάτου & Αναγνωστόπουλος , 1995) αλλά και η ανεπάρκειά του να δώσει επαρκείς επιστημονικές εξηγήσεις για την υιοθέτηση αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών από τον άνθρωπο και παράλληλα με όλες εκείνες τις αλλαγές που υπήρξαν  σε μεγάλο  διάστημα ετών,  συντέλεσαν στην δημιουργία καινούργιας θεώρησης για την Υγεία και στην ανάδειξη  του Βιοψυχοκοινωνικού   Μοντέλου (Καραδήμας, 2005).

Βιοψυχοκοινωνικό Μοντέλο

«Το Βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο, που υπερασπίζεται η Ψυχολογία Υγείας για να εξετάσει μια ασθένεια, (έναρξη, εξέλιξη και έκβαση), χρησιμοποιεί τρείς διαστάσεις, την βιολογική (γενετικό υλικό, κύτταρα, όργανα, συστήματα), την ψυχολογική (διαδικασία σκέψης, συμπεριφοράς, οι γνώσεις, τα συναισθήματα, τα κίνητρα) και την κοινωνική (επιδράσεις από την οικογένεια, την κοινότητα. και την κοινωνία)». Το νέο μοντέλο θεωρεί ότι οι ασθένειες είναι «ψυχοσωματικές», καθώς συμμετέχουν στην αέναη αλληλουχία ψυχής και σώματος, επομένως η εκδήλωση δυσλειτουργίας δεν είναι αποτέλεσμα μιας μόνο διάστασης αλλά η αιτία βρίσκεται στον τρόπο που αλληλεπιδρούν τα συστήματα μεταξύ τους (Παπαδάτου, Δ., Αναγνωστόπουλος,Φ.,2008).

Η αντίληψη του ρόλου του γιατρού πλέον διαφέρει, αφού ο γιατρός, κατά το μοντέλο αυτό και ο ασθενής συνεργάζονται, προκειμένου να αποκατασταθεί  η υγεία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και με την πιο ανώδυνη παρέμβαση για τον ασθενή .

Η θεώρηση αυτή, συντάραξε τις μέχρι τότε  πεποιθήσεις για την  υγεία και την ασθένεια που επικρατούσαν κυριαρχικά, πριν την εμφάνιση του μοντέλου. Η υγεία δεν αποτελεί μια φάση, που το άτομο «αποκτά» ή «χάνει» και η ασθένεια δεν είναι ο «εισβολέας» στον οργανισμό. Υγεία και ασθένεια αντιμετωπίζονται ως δύο αλληλοσυμπληρούμενες πλευρές ενός συνεχόμενου ολοκληρωμένου συστήματος. Στο Βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο, το άτομο είναι περισσότερο ή λιγότερο υγιές ή άρρωστο σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η κατάσταση της υγείας του ανθρώπου καθορίζεται από πλήθος παραμέτρων, κοινωνικών, ψυχολογικών, περιβαλλοντικών και βιολογικών, που πολύ συχνά αλλάζουν. Το Βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο, έβαλε τη βάση για νέα, ξεχωριστή, πλούσια αντίληψη της υγείας. Μια πεποίθηση, που η υγεία αντιμετωπίζεται  ως ολότητα, όπου το σώμα, η διάνοια,  και η συναισθηματική και ψυχολογική υπόσταση του ανθρώπου συνλειτουργούν αλληλεπιδρώντας εκατέρωθεν. (Παπαδάτου,Δ.,Αναγνωστόπουλος,Φ.,2008).

Οι Ψυχοθεραπείες στην  Διαχείριση του Πόνου.

Συμπεριφοριστική Θεραπεία

Η Συμπεριφοριστική Θεραπεία στη διαχείριση του πόνου  έχει  σκοπό.

Να δημιουργήσει ασθενείς που να πιστεύουν πώς μπορούν να αντιμετωπίζουν τον πόνο και τις δυσκολίες που θα  προκληθούν από τον πόνο.

Οι ασθενείς προσδιορίζουν σκέψεις, συναισθήματα, συμπεριφορές που επηρεάζουν τον πόνο τους, τη συναισθηματική και ψυχοκοινωνική τους ισορροπία και μαθαίνουν να τις διαχειρίζονται προς όφελός τους.

Οι ασθενείς βοηθούνται να σκέφτονται, να συμπεριφέρονται και να επιλέγουν τα μέσα εκείνα που  είναι ικανά  να αντιμετωπίσουν την συναισθηματική δυσφορία και στις ψυχοκοινωνικές δυσκολίες και την ψυχική ισορροπία..

Κύριο μέλημα είναι η εντοπισμός συγκεκριμένων στόχων. Συγκεκριμένα:

Ο ασθενής αναγνωρίζει εκείνες τις δραστηριότητες και τις υποχρεώσεις, που είναι σε θέση να πραγματοποιήσει και να καταφέρει.

Ο ασθενής σε συνεργασία με τον ψυχολόγο υγείας εντοπίζει και αλλάζει  συνήθειες που  δρουν αρνητικά και επιβαρύνουν την πορεία της υγείας  του.

Ο ψυχολόγος υγείας είναι εκείνος που θα διδάξει στον ασθενή τα μέσα με τα οποία θα πραγματώσει τους ρεαλιστικούς στόχους που έθεσε. Έτσι ο ασθενής διαχωρίζει κοντινούς  και μακρινούς  στόχους,  τους ξεχωρίζει, τους οργανώνει σε υπο-στόχους , που προσπαθεί να κατακτήσει σε βάθος χρόνου με υπομονή. Ο ασθενής  βάζει στην ατζέντα του, ρεαλιστικές προσδοκίες, συμβατές με το τι μπορεί να κάνει και αποδέχεται ποιες δραστηριότητες δεν θα ξανακάνει, διότι επιφέρουν αρνητικά αποτελέσματα στην υγεία του και κατά συνέπεια στην  ζωή του.

Γνωστική θεραπεία

Η πλευρά της Γνωστικής Ψυχοθεραπείας κατευθύνεται στο να κάνει τον ασθενή να αντιληφθεί και να τροποποιήσει τις πεποιθήσεις εκείνες που έχουν αρνητική επιρροή στην διαχείριση του προβλήματος του, στη συναισθηματική αρμονία και ισορροπία και στους τρόπους αντιμετώπισης που έχει το άτομο απέναντι στον πόνο του  και στην ασθένειά  του.

Ψυχολόγος και ασθενής επεξεργάζονται ένα σύστημα αξιών και σκέψεων  που έχει πλαστεί, για να επεξηγήσουν τις αιτίες του πόνου, την υποκειμενική αντίληψη  του πόνου για τον ασθενή και πώς επιδρά στη ζωή του. Προσπαθούν από κοινού να αντικαταστήσουν εκείνες τις πεποιθήσεις που συντελούν στη  δυσλειτουργία του πόνου με άλλες σκέψεις και ιδέες πιο λειτουργικές και ανακουφιστικές για τον ασθενή .

Η Γνωστική Θεραπεία χρησιμοποιεί ευρέως την τεχνική χαλάρωσης για να μάθουν οι ασθενείς να εφαρμόζουν την τεχνική και να διαχειρίζονται  το συνεχόμενο στρες  που τους προκαλεί ο παρατεταμένος πόνος. Είναι γνωστό πως όταν αυξάνεται η ένταση των μυών, επιδεινώνεται η αντίδραση του πόνου. Ο ψυχολόγος υγείας δείχνει  στον ασθενή πότε αρχίζει η ένταση στους μύες τους και πώς να εφαρμόζει τεχνικές όπως  εικονική σκέψη και σταδιακή χαλάρωση των μυών για να ανακουφιστεί.

Καθοριστικής σημασίας επίσης είναι η εκπαίδευση του ασθενούς. Στόχος της είναι να μεταλαμπαδεύσει στον ασθενή τις αναγκαίες γνώσεις για τις αιτίες του πόνου και πώς θα  τους επηρεάσει οργανικά αλλά και ψυχοκοινωνικά και τι είδους αγωγές υπάρχουν  για τη ολιστική διαχείρισή του.  Οι ασθενείς παίρνουν πληροφορίες σχετικώς με το  τι είναι πόνος, ποια θεραπεία να ακολουθήσουν σε συνεργασία με τους επαγγελματίες υγείας , φαρμακολογία, παρενέργειες των φαρμάκων, δυσκολίες κατά την διάρκεια του  ύπνου, φυσική άσκηση κλπ. Παρακινούνται επίσης να θέτουν τις απορίες τους και να αναπτύσσουν μια αμφίδρομη επικοινωνία, με όλα τα κανάλια ανοιχτά, που είναι καθοριστική για την έκβαση του πόνου.

Οικογενειακή προσέγγιση

Η οικογενειακή προσέγγιση βασίζεται στο: «Μόνο ένας άνθρωπος έχει τον πόνο αλλά όλη η οικογένεια υποφέρει από αυτόν». Οι στόχοι της θεραπείας είναι  η ενημέρωση της οικογένειας για τον χρόνιο πόνο και η γνώση στα μέλη της οικογένειας των τεχνικών αντιμετώπισης. Κατευθύνεται στο να  ελαττώσει  το άγχος που υπάρχει ορατό στο οικογενειακό περιβάλλον από το επώδυνο βίωμα του πόνου. Παράλληλα κινητοποιεί την οικογένεια να αναπτύξει δεξιότητες επίλυσης σοβαρών δυσκολιών που ταυτίζονται με τον πόνο, ώστε να στηρίξει τον ασθενή. Βοηθάει την οικογένεια να αντιληφθεί πώς ο ασθενής νοιώθει και πως επικοινωνεί τον χρόνιο πόνο και εντοπίζει και  περιορίζει τις συμπεριφορές της που αυξάνουν τον πόνο στον ασθενή.

Η οικογένεια έχει μεγάλο ρόλο στη θεραπεία του πόνου και η προσφορά της στον ασθενή μπορεί να είναι ανεκτίμητης αξίας, στην οικογενειακή συστημική ψυχοθεραπεία.

Εκτίμηση Προγραμμάτων Αντιμετώπισης Πόνου

Έρευνες κατέδειξαν πως πολυδυναμικά προγράμματα ιατρικής και ψυχολογίας, για την αντιμετώπιση του πόνου είναι αποτελεσματικά και παρατηρείται βελτίωση σε φυσιολογικούς και ψυχολογικούς παραμέτρους. Συγκεκριμένα, παρατηρείται καλυτέρευση στις τιμές της κατάθλιψης και της αυτοεκτίμησης κατά 30% και ακόμα μεγαλύτερη βελτίωση παρατηρείται στις μετρήσεις στην ποιότητα ζωής  και στην καθημερινότητα του ασθενούς (Williams, 1993, 1984). Η φυσική άσκηση χαμηλής δυσκολίας όπως περπάτημα, ανέβασμα σκαλιών, σχεδόν διπλασιάζεται. Το γενικό αποτέλεσμα των πολυδυναμικών προγραμμάτων για την αντιμετώπιση του πόνου εξετάσθηκε από μετά-ανάλυση, που κατέληξε στο συμπέρασμα πως τα προγράμματα αυτά είναι περισσότερο αποτελεσματικά από οποιαδήποτε ιατρική θεραπεία χρησιμοποιηθεί μόνη της (Flor , Birbaumer, 1994    Flor , Elbert , Knecht , Wienbruch , Pantev ,Birbaumer , Larb, Taub ,1995).

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Καραδήμας,  Χ. Ευάγγελος., (2005).  Ψυχολογία της Υγείας, θεωρία και κλινική πράξη. Εκδόσεις ΤΥΠΩΘΗΤΩ Γιώργος Δαρδάνος, Αθήνα

Παπαδάτου, Δ., Αναγνωστόπουλος, Φ., ( 1995).  Η Ψυχολογία στο χώρο της Υγείας. Εκδόσεις Ελληνικά  Γράμματα, Αθήνα.

Williams, G,H., (1984). The genesis of chronic illness: narrative reconstruction. Sociology of Health and Illness, 7, 175–200.

Williams, S.J., (1993). Chronic Respiratory Illness. London: Routledge.

Flor,  H., Birbaumer, N., (1994). Acquisition of chronic pain: psychophysio-logical mechanisms. Am Pain Soc J 32:119 –127

Flor, H., Elbert, T., Knecht, S., Wienbruch, C., Pantev, C., Birbaumer, N., Larbig, W., Taub, E., (1995). Phantom-limb pain as a perceptual correlate of cortical reorganization following arm amputation. Nature 357:482– 484

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΜΕΡΟΣ Α’ ΕΔΩ

_____________________________________________________________________

*H Ειρήνη Παπαγιάννη είναι πτυχιούχος Ψυχολογίας και Παιδαγωγός Προσχολικής Ηλικίας. Ειδικευμένη στη Συμβουλευτική και τον Προσανατολισμό και με Εξειδίκευση στην Παιδοψυχολογία. Κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master) στις Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες με κατεύθυνση Θεωρίες Παιδαγωγικών και Εκπαίδευσης και Κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου (Μaster) στην Εκπαιδευτική Ηγεσία και Πολιτική. Μέλος του Επιστημονικού Εκπαιδευτικού Μητρώου του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. Ενταγμένη στο Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών του Δημόσιου Τομέα. Έχει επιτελέσει Εισηγήτρια – Εκπαιδεύτρια σε Δ.Ι.Ε.Κ και Αξιολογητής στον Ε.Ο.Π.ΕΠ.Π. Εργάστηκε στην Ειδική Υπηρεσία Νηπίων Αθηνών – ΠΙΚΠΑ και στην συνέχεια στον Εθνικό Οργανισμό Κοινωνικής Φροντίδας (ΕΟΚΦ). Ήταν Δ/ντρια σε ΝΠΔΔ του Δήμου Μάνδρας/Αττικής και κατόπιν εργάστηκε στον Οργανισμό Εργατικής Εστίας. Σήμερα εργάζεται ως Αναπληρώτρια Διευθύντρια στο ΒΝΣ Ο.Α.Ε.Δ. Άρτας / Ηπείρου.