Ορισμός Παιχνιδιού

Χρόνος ανάγνωσης 8 ΄
Το παιχνίδι κατευθύνεται και υποκινείται από εσωτερικούς κανόνες, αλλά οι κανόνες αφήνουν χώρο για δημιουργικότητα.
Το παιχνίδι κατευθύνεται και υποκινείται από εσωτερικούς κανόνες, αλλά οι κανόνες αφήνουν χώρο για δημιουργικότητα.

Από τους Ελίντα Καλπογιάννη, Παιδιατρική Εργοθεραπεύτρια
Κωνσταντίνο Φύσσα, Ψυχοθεραπευτή
Εύη Αβδελίδου, Σχολική Ψυχολόγο *

Όλοι µπορούµε να καταλάβουµε πότε τα παιδιά παίζουν ή να θυµηθούµε ευχάριστες στιγµές παιχνιδιού από τη δική µας παιδική ηλικία. Παρ’ όλα αυτά είναι δύσκολο να ορίσουµε το τι είναι παιχνίδι και παλαιότερες προσπάθειες δεν έχουν καταλήξει σε κάποιον κοινά αποδεκτό και ξεκάθαρο ορισµό, καθώς το παιχνίδι είναι διεργασία σύνθετη και πολύµορφη, µε διαφορετικές εκφάνσεις. Γενικά, θα λέγαµε ότι είναι µια φυσική συµπεριφορά, αυθόρµητη, εσωτερικά υποκινούµενη, που προκαλεί ευχαρίστηση και πολλές φορές απαιτεί φαντασία.

Το παιχνίδι έχει ταξινοµηθεί σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες:

α) Το παιχνίδι ως σειρά χαρακτηριστικών που προκύπτουν από τις βιολογικές ή ψυχολογικές προδιαθέσεις του παιδιού (play as disposition).

β) Το παιχνίδι ως παρατηρήσιµη συµπεριφορά (Play as observable behaviour).

 γ) Το παιχνίδι ως συγκεκριµένο πλαίσιο (play as context).

Σύµφωνα µε τον Neumann (1971) υπάρχουν 3 στοιχεία τα οποία ορίζουν το παιχνίδι: το εσωτερικό κίνητρο, η εσωτερική πραγµατικότητα (η ελευθερία του ατόµου να αναστείλει τους κανόνες της πραγµατικότητας) και ο εσωτερικός έλεγχος (το άτοµο είναι αυτό που παίρνει τις αποφάσεις) (Morrison & Metzger & Pratt, 1996).

Ο Hughes (2003) αναφέρθηκε στα παρακάτω τρία κριτήρια για τον ορισµό του παιχνιδιού:

• ελευθερία επιλογής

• προσωπική ευχαρίστηση

• εστιασµός στη διαδικασία και όχι στο αποτέλεσµα

 Η Meckley (2002), συνοψίζοντας διάφορες θεωρίες, όρισε το παιχνίδι δίνοντάς του τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α) Να είναι ελεύθερη επιλογή των παιδιών.

β) Να κατευθύνεται από εσωτερικά κίνητρα.

γ) Να προσφέρει ευχαρίστηση και ικανοποίηση.

δ) Να εµπλέκονται ενεργά οι παίκτες.

ε) Να είναι αυτό-κατευθυνόµενο.

στ) Να έχει νόηµα για το παιδί.

 O Ολλανδός Johan Huizinga στο κλασικό του έργο Homo Ludens (1955) έδωσε τον ακόλουθο ορισµό: «Το παιχνίδι είναι ελεύθερη δραστηριότητα που γίνεται µε τρόπο συνειδητό, έξω από την “κανονική” ζωή, καθώς είναι κάτι “µη σοβαρό” αλλά ταυτόχρονα απορροφά εντελώς το παιδί που παίζει. ∆εν σχετίζεται µε κάποια υλική ανταµοιβή και έχει τους δικούς του κανόνες και τα δικά του όρια».

Ο Vygotsky στο έργο του The Role of Play in Development (1978) είπε ότι το παιχνίδι των παιδιών είναι µια δραστηριότητα:

• Που επιθυμεί το παιδί.

• Που πάντα αφορά κάτι το φανταστικό.

• Που πάντα έχει κανόνες, οι οποίοι είναι στο µυαλό των παικτών και είτε έχουν συµφωνηθεί από την αρχή είτε όχι.

Ο Rubin και οι συνεργάτες του, στο Handbook of Child Psychology (1983), δίνουν στο παιχνίδι τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

• Το παιχνίδι είναι εσωτερικά υποκινούµενο και το παιδί συµµετέχει ενεργά.

• Το παιχνίδι είναι µια διαδικασία και δεν έχει κάποιο συγκεκριµένο στόχο.

• Το παιδί έχει έλεγχο του παιχνιδιού.

• Το παιχνίδι σχετίζεται µε τη φαντασία και την αναστολή της πραγµατικότητας.

• Το παιχνίδι έχει τους δικούς του κανόνες.

Είναι σηµαντικό να κατανοήσουµε τι είναι παιχνίδι, καθώς αρκετές φορές οι ενήλικες δυσκολεύονται να το διαχωρίσουν από άλλες ευχάριστες ή σηµαντικές δραστηριότητες. Για παράδειγµα, το µάθηµα που γίνεται µε παιγνιώδη τρόπο ή µία ψυχαγωγική δραστηριότητα, όπως ο κινηµατογράφος ή µία ταινία σε dvd, δεν είναι παιχνίδι.

Πιο σύγχρονες προσπάθειες ορισµού του παιχνιδιού

 Η Bartlett ορίζει το παιχνίδι ως «παθιασµένη ενασχόληση µε τον περιβάλλον που έχουµε γύρω µας µέσω της εξερεύνησης, της µεταβολής, του πειραµατισµού και της προσποίησης, είτε µόνοι µας είτε µε άλλους». Θεωρεί το παιχνίδι βασικό ανθρώπινο ένστικτο, κεντρικό για την ανάπτυξη. Μάλιστα η θέση της αυτή υποστηρίζεται και από άλλες επιστήµες: «σηµαντικές αλλαγές λαµβάνουν χώρα στον εγκέφαλο όταν τα παιδιά παίζουν».  

Η Staempfli υποστηρίζει ότι το παιχνίδι δεν βοηθάει µόνο στην ανάπτυξη του εγκεφάλου αλλά και στην καλλιέργεια ενός «ευέλικτου και διαφορετικού τρόπου σκέψης», που επιτρέπει την επίλυση των πραγµατικών προβληµάτων στη ζωή αργότερα.

Οι ερευνητές Fojortoft and Sageie’s, που µελέτησαν το φυσικό περιβάλλον ως χώρο για παιχνίδι, αναγνώρισαν 3 είδη παιχνιδιού, που το καθένα συνεισφέρει µε διαφορετικό τρόπο στη µάθηση και την ανάπτυξη:

• Λειτουργικό παιχνίδι (functional play): Αφορά τις αδρές κινήσεις και την ανάπτυξη βασικών δεξιοτήτων.

• τρέξιµο, αναρρίχηση και άλλες κινητικές δραστηριότητες.

• Κατασκευαστικό παιχνίδι (construction play): Αφορά κατασκευές που κάνουν τα παιδιά έξω, στη φύση, που ενισχύει τη δηµιουργική σκέψη και την ικανότητα επίλυσης προβληµάτων (µε κλαδιά, µε πέτρες κ.λπ.)

• Συµβολικό παιχνίδι (symbolic play):

Αφορά το παιχνίδι ρόλων και το φανταστικό παιχνίδι, που επιτρέπει στα παιδιά να πειραματιστούν µε τις κοινωνικές δεξιότητες σε µμελλοντικές πραγματικές καταστάσεις.

Η θεώρηση της Montessori ότι το παιχνίδι είναι η δουλειά των παιδιών είχε κυριαρχήσει για αρκετά χρόνια. Η Youell θεωρεί ότι «το παιχνίδι και η δουλειά δεν είναι αντίθετα, ούτε και αποκλείει το ένα το άλλο».

Η Youell ορίζει το παιχνίδι όχι µόνο ως διασκέδαση αλλά ως διαδικασία κατά την οποία το παιδί σκέφτεται ευέλικτα, ρισκάρει (στο µυαλό του ή στην πράξη) και επιτρέπει σε δημιουργικές σκέψεις να έρθουν στην επιφάνεια.

Ο Else (2014) αναφέρθηκε στα παρακάτω δέκα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού:

1. Είναι διαδικασία, όχι συγκεκριµένη δράση.

2. Έχει επιλεγεί από το παιδί, µε διάθεση να συµµετέχει.

3. Απαιτεί την ενεργητική εµπλοκή του παιδιού.

4. Είναι επαρκώς ασφαλές, σωµατικά και ψυχολογικά.

5. Αποτελεί συνολική σωµατική και πνευµατική εµπειρία

6. Χάνεται η αίσθηση του χρόνου.

7. Χρειάζεται περιέργεια.

8. Προσφέρει ευχαρίστηση.

9. Είναι ∆ιαφορετικό για κάθε παιδί.

10. Προσφέρει ικανοποίηση ως αυτοσκοπός

O Peter Gray (2013) υποστηρίζει ότι ο ορισµός του παιχνιδιού πρέπει να εµπεριέχει τα παρακάτω πέντε στοιχεία. Και οι περισσότεροι ερευνητές θεωρούν ότι αυτά είναι τα πιο σηµαντικά χαρακτηριστικά που κάνουν µια δραστηριότητα παιχνίδι:

1. Την έχουν επιλέξει τα παιδιά και είναι αυτό-κατευθυνόµενη

2. Έχει εσωτερικά κίνητρα.

3. Κατευθύνεται από εσωτερικούς κανόνες.

4. Προϋποθέτει φαντασία.

5. Το παιδί είναι ενεργητικό και σε εγρήγορση, αλλά δεν έχει ένταση και εκνευρισµό.

1. Έχει επιλεγεί από το παιδί και είναι αυτό-κατευθυνόµενη

• Το παιδί θέλει να παίξει και δεν το υποχρεώνουµε εµείς να παίξει.

• Το παιδί δεν επιλέγει µόνο να παίξει αλλά και τι θα παίξει.

• Για τα οµαδικά παιχνίδια, βασικό είναι να υπάρχει η δυνατότητα να αποχωρήσει κάποιος χωρίς να διαταραχτεί η δοµή και η συνέχεια του παιχνιδιού.

 2.Έχει εσωτερικά κίνητρα

• Το παιδιά παίρνουν ικανοποίηση από την ίδια τη διαδικασία του παιχνιδιού και δεν παίζουν για κάποια ανταµοιβή. Με άλλα λόγια η διαδικασία αυτή καθεαυτή έχει σηµασία, και όχι το αποτέλεσµα.

• Το παιχνίδι έχει στόχους, αλλά οι στόχοι θεωρούνται µέρος του παιχνιδιού, δεν είναι οι βασικοί λόγοι για να παίξει κάποιος. Οι στόχοι του παιχνιδιού είναι δευτερεύοντες σε σχέση µε τον τρόπο που θα επιτευχθούν. Όταν τα παιδιά υποκινούνται από βραβεία, ανταµοιβές και µπράβο, στην ουσία δεν παίζουν.

 3. Τo παιχνίδι κατευθύνεται και υποκινείται από εσωτερικούς κανόνες, αλλά οι κανόνες αφήνουν χώρο για δηµιουργικότητα

• Το παιχνίδι έχει πάντα κάποια δοµή, που απορρέει από τις ιδέες των παικτών. Στο οµαδικό παιχνίδι οι κανόνες είναι κοινά αποδεκτοί. Η θεωρία του Vygotsky έχει στηριχτεί στους κανόνες του παιχνιδιού, καθώς µε αυτό τον τρόπο τα παιδιά µαθαίνουν να ελέγχουν τις παρορµήσεις τους και να συµµορφώνονται µε τους κοινωνικούς κανόνες.

• Οι κανόνες δεν είναι απόλυτοι και µπορούν να αλλάζουν ανάλογα µε τις συνθήκες. Το κάθε είδος παιχνιδιού έχει διαφορετικούς κανόνες, π.χ. άλλοι είναι οι κανόνες για ένα παιχνίδι κατασκευών και άλλοι για ένα παιχνίδι ρόλων.

 4. Το παιχνίδι θέλει φαντασία

• Το παιχνίδι χρειάζεται ένα βαθµό νοητικής και ψυχολογικής αποµάκρυνσης από την πραγµατικότητα. Η θεωρία του Huizinga είναι βασισµένη στο γεγονός ότι το παιχνίδι αποτελεί τη βάση των κοινωνικών καινοτοµιών.

• Οι ερευνητές δίνουν πολύ µεγάλη σηµασία στο ρόλο του παιχνιδιού για την ανάπτυξη της δηµιουργικότητας και της ικανότητας κάποιου να µπορεί να κατευθύνει τη σκέψη του έξω από τις νόρµες της καθηµερινής πραγµατικότητας.

• Η σηµασία της φαντασίας είναι προφανής στα παιχνίδια ρόλων, που τα παιδιά δηµιουργούν χαρακτήρες. Επίσης στο έντονο σωµατικό παιχνίδι (rough and tumble play) τα παιδιά δεν παλεύουν αλλά κάνουν ότι παλεύουν. Αλλά και σε άλλα είδη παιχνιδιού, όπως στο κατασκευαστικό παιχνίδι η φαντασία παίζει πρωταρχικό ρόλο, π.χ. όταν τα παιδιά φτιάχνουν ένα κάστρο στην άµµο, αυτό δεν είναι πραγµατικό αλλά φέρονται σαν να είναι πραγµατικό.

5. Το παιδί είναι ενεργητικό και σε εγρήγορση αλλά δεν έχει ένταση και εκνευρισµό Στο παιχνίδι το παιδί πρέπει να έχει έλεγχο της συµπεριφοράς του, να προσέχει τους κανόνες και γενικά να είναι σε µια κατάσταση εγρήγορσης. Μερικές φόρες υπάρχει ένταση στο παιχνίδι των παιδιών και, όταν αυτή η ένταση προκαλεί στρες, η δραστηριότητα δεν είναι παιχνίδι.

Ο Mihalyi Csikszentmihalyi (1990) έχει µιλήσει για τη ροή του νου, την ώρα που παίζει το παιδί. Θεωρεί ότι οι άνθρωποι είναι ευτυχισµένοι όταν βρίσκονται σε κατάσταση ροής, σε ένα είδος εσωτερικής έµπνευσης, που προκαλεί έντονη συγκέντρωση και εστίαση σε κάποια ασχολία. Ο ίδιος περιγράφει τη ροή ως «την πλήρη συµµετοχή σε µια δραστηριότητα. Το εγώ απουσιάζει. Ο χρόνος ρέει αρµονικά. Κάθε δράση, κίνηση, σκέψη αναδύεται µε αρµονική συνέχεια από την προηγούµενη, σαν ένα µουσικό κοµµάτι τζαζ. Συµµετέχει ολόκληρη η ύπαρξη και αξιοποιούνται στο έπακρο όλες οι ικανότητες».

Η προσοχή είναι στραµµένη στη δραστηριότητα και η αίσθηση του χρόνου και του εαυτού είναι µειωµένη. Ο νους είναι στραµµένος σε ιδέες, οι κανόνες και οι εξωτερική πραγµατικότητα δεν έχει µεγάλη σηµασία. Αυτή η κατάσταση του νου είναι ιδανική για τη δηµιουργικότητα και την απόκτηση νέων δεξιοτήτων. Τα παιδιά δρουν µέσα και έξω από το παιχνίδι, ανάλογα µε τις επιθυµίες τους και το περιβάλλον τους. Το παιχνίδι έχει µία συνέχεια, που σηµαίνει ότι δεν µπορεί να γίνει σαφής διάκριση ανάµεσα στο «παίζω» και στο «δεν παίζω».

Πότε µια δραστηριότητα είναι παιχνίδι

Οι απαντήσεις στα ακόλουθα τρία ερωτήµατα µας βοηθούν να αναγνωρίσουµε πότε µια δραστηριότητα είναι παιχνίδι.

1. Ποιος έχει τον έλεγχο; Όταν τα παιδιά έχουν τον έλεγχο της κατάστασης και τους δίνεται η ελευθερία να επιλέξουν µια δραστηριότητα από µια ευρεία ποικιλία επιλογών, αυτό είναι παιχνίδι. Αν ένας ενήλικας έχει τον έλεγχο, συνήθως οι επιλογές των παιδιών είναι περιορισµένες.

2. Γιατί ποιο λόγο παίζουν τα παιδιά; Όταν τα παιδιά παίζουν επειδή θέλουν να παίξουν, χωρίς να περιµένουν µια εξωτερική ανταµοιβή, αυτό είναι παιχνίδι.

3. Ποιοι είναι οι περιορισµοί του περιβάλλοντος στη συµπεριφορά των παιδιών; Όταν τα παιδιά είναι ελεύθερα να χρησιµοποιήσουν τα διάφορα υλικά όπως εκείνα θέλουν, χωρίς να χρειάζεται να συµµορφώνονται µε την πραγµατικότητα, αυτό είναι παιχνίδι. (Προσαρµοσµένο από Isenberg & Jalongo, 1997)

 

* Το υλικό προέρχεται από το εγχειρίδιο προαγωγής του παιχνιδιού για γονείς. Πρόγραµµα “Η ∆ύναµη του παιχνιδιού”.Το εγχειρίδιο αυτό δηµιουργήθηκε στα πλαίσια του προγράµµατος “Η δύναµη του παιχνιδιού”, που πραγµατοποιήθηκε µε δωρεά του Ιδρύµατος Στάυρος Νιάρχος.

 http://www.eefs.eu/paizontas/MANUAL-%CE%93%CE%9F%CE%9D%CE%95%CE%99%CE%A3.pdf

Αναφορά: Καλπογιάννη, E., Φύσσας, K., Αβδελίδου, E. (2015) Εγχειρίδιο προαγωγής του παιχνιδιού για γονείς. Πρόγραµµα “Η ∆ύναµη του παιχνιδιού”. www.paizontas.gr

 

Για τη σηµασία του παιχνιδιού (John Cohn)

[vsw id=”I-NT1-BdOvI” source=”youtube” width=”425″ height=”344″ autoplay=”no”]

Τα παιδιά µιλάνε για τη σηµασία του παιχνιδιού

[vsw id=”sby38BbLZuY” source=”youtube” width=”425″ height=”344″ autoplay=”no”]

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Η διάθεση για παιχνίδι

 

Βιβλιογραφία 

Aυγητίδου, Σ. (2001) Το παιχνίδι: Σύγχρονες ερευνητικές και διδακτικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Τυπωθήτω.

Bartlett, Sheridan (1996) Access to Outdoor Play and Its Implications for Healthy Attachments. Unpublished article, Putney, VT

Brown, S. (2010) Play. New York: Avery Csikszentmihalyi, M. (1990). Flow: The Psychology of Optimal Experience. New York: Harper and Row

Else, P. (2014) Making sense of play. Maidenhead: Open University Press

Fjortoft, I. and Sageie, J. (2000) The natural environment as a playground for children: Landscape description and analysis of a natural playscape. Landscape and Urban Planning, 48

Gray,P. (2013 ) Free to Learn: Why Unleashing the Instinct to Play Will Make Our Children Happier, More Self-Reliant, and Better Students for Life, Basic Books

Hughes, F. (2003). Spontaneous play in the 21st century. In O. Saracho & B. Spodek (Eds.), Contemporary perspectives on play in early childhood education (pp. 21-40). Greenwich, CT: Information Age Publishing.

Huizinga, J. (1949) Home Ludens. Routledge & Kegan Paul Ltd

Isenberg, J. & Jalongo, M. (1997) Creative expressions and play in early childhood. (2nd ed.). Upper Saddle River, NJ: Prentice-Hall.

Meckley, A. (2002) Observing children’s play: Mindful methods. Paper presented to the International Toy Research Association, London, 12 August 2002.

Morrison, C.D., Metzger, P. & Pratt, P.N. (1996) Play. In J. Case-Smith & A.S. Allen & P.N. Pratt, (Eds), Occupational Therapy For Children, (3rd ed), St. Louis: Mosby.

Neumann, E. A. (1971) The elements of play. New York: MSS Information Corp

Rubin, K., Fein, G.G. & Vandenberg, B. (1983) Play. In P. Mussen & E.M. Hetherington (Eds), Handbook of child psychology: socialization, personality and social development,(5th ed), New York: John Wiley and Sons.

Steampfli, M. B. (2009) Reintroducing Adventure Into Children’s Outdoor Play Environments. Environment and Behavior. 41: 2

Youell, B. (2008) The importance of play and playfulness. European Journal of Psychotherapy and Counselling. 10

Vygotsky, L.S. (1978) The Role of Play in Development, In M. Cole, V. John-Steiner, S. Scribner, & E. Souberman (Eds.). Mind in Society: The Development of Higher Psychological Processes. Cambridge, MA: Harvard University Press.